заведомый - translation to Αγγλικά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

заведомый - translation to Αγγλικά


заведомый      
adj.
obvious, undoubted, notorious
заведомо      
adv.
certainly, trivially, a fortiori, knowingly, necessarily; pred, it is automatic (that), it is trivial (that), it is (well) known (that)
scienter         
IN LAW, THE INTENT OR KNOWLEDGE OF WRONGDOING

[sai'entə]

наречие

юриспруденция

заведомо (указание на то, что ответчик действовал, заведомо зная о последствиях)

Ορισμός

ЗАВЕДОМЫЙ
(о чем-нибудь отрицательном) хорошо известный, несомненный.
З. обманщик. Заведомая ложь. Заведомо (нареч.). неверные сведения.
Παραδείγματα από το σώμα κειμένου για заведомый
1. На ринг вышли Заведомый Фаворит и Заведомый Аутсайдер, смотревшиеся, почти как Пат и Паташон.
2. Потому что "объективная биография" - заведомый нонсенс.
3. Жульничать на Малой сцене - это заведомый провал.
4. Заведомый фаворит в Монако может стать аутсайдером.
5. Однако повторение прошлогоднего результата - заведомый провал.
Μετάφραση του &#39заведомый&#39 σε Αγγλικά